γραίγος

γραίγος
ο
βλ. γρέγος.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • γραίγος — ο βορειοανατολικός άνεμος (καικίας, μέσης). [ΕΤΥΜΟΛ. < (βενετ.) grego < ιταλ. greco (vento) «ελληνικός (άνεμος)»] …   Dictionary of Greek

  • γρέγος — ο ο γραίγος …   Dictionary of Greek

  • καικίας — Μυθολογικό πρόσωπο. Αποτελούσε προσωποποίηση του ομώνυμου βορειοανατολικού ανέμου των αρχαίων. Ο Αριστοφάνης αναφέρει ότι ήταν άστατος άνεμος και προμηνούσε κακοκαιρία. Στο Ρολόι του Ανδρόνικου Κυρρήστου, στην Αθήνα, ο Κ. απεικονίζεται ως γέρος… …   Dictionary of Greek

  • μέσης — ο (Α μέσης) βορειοανατολικός άνεμος μεταξύ τού απαρκτία και τού καικία, κν. γραίγος. [ΕΤΥΜΟΛ. < μέσος κατά τα αρσ. σε ης] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”